Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ ΤΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ

“Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι…”

ΙΟΥΛ 10

Αναρτήθηκε από τον/την paterstefanos

1) Όλοι οι ευαγγελικοί Μακαρισμοί μας προσφέρουν ένα θαυμάσιο πρόγραμμα χριστιανικής ζωής, που μας κάνει αληθινά ευτυχισμένους. Μας διδάσκουν όχι μόνο το πώς μας βλέπει και μας θέλει ο Χριστός, αλλά κυρίως μας δείχνουν ότι Αυτός είναι το μοναδικό κέντρο της μακαριότητας και της ευτυχίας του ανθρώπου, στο οποίο και πρέπει να τείνουμε.

2) Ποίοι είναι στην πραγματικότητα οι «πτωχοί τω πνεύματι»;

Είναι οι ταπεινοί και οι συντετριμμένοι στο νου και στη διάνοια.

Οι συντετριμμένοι στους λογισμούς.

Οι συντετριμμένοι στην προαίρεση και στην επιθυμία.

Είναι όλοι εκείνοι εκ των αγωνιζομένων πιστών χριστιανών, που μπορούν και καταφρονούν τον εαυτό τους παρ΄ όλα όσα γνωρίζουν και όσα κατέχουν εν Χριστώ.

Είναι όσοι έχουν το κουράγιο και την ψυχική διάθεση να μπορούν να είναι συντετριμμένοι και ταπεινοί. Γιατί θέλει μεγάλο κουράγιο και πολλή πνευματική βία και ηρωϊσμό το να μπορείς να είσαι συντετριμμένος στο πνεύμα, καθώς από τη φύση μας είμαστε εγωϊστές, υπερήφανοι, υψηλόφρονες και αλαζόνες.

Δηλαδή, «πτωχοί τω πνεύματι» είναι εκείνοι, που καλλιεργούν μέρα-νύχτα το ταπεινό φρόνημα με όλες τις ψυχοσωματικές τους δυνάμεις για το «χατίρι» του Χριστού.

3) Ο «πτωχός τω πνεύματι» διακρίνεται από θεοσέβεια και από φόβο Θεού, από ταπεινό φρόνημα και από ειρήνη.

Κάθε ευσεβής χριστιανός «πτωχός τω πνεύματι» εξετάζει τον εαυτό του, βλέπει τα χάλια του και ταπεινώνεται. ΄Εχοντας την αίσθηση των πολλαπλών του αδυναμιών, των καθημερινών του πτώσεων και των αμαρτωλών συγκαταθέσεων στους λογισμούς του, που τις περισσότερες είναι υψηλόφρονες, πονηροί, διεστραμμένοι, μοχθηροί, μνησίκακοι, ζηλόφθονοι, συγκρίνει τα χάλια του με την Αγιότητα του Θεού και έτσι συντρίβεται, συστέλλεται και θεωρεί τον εαυτό του φτωχό, πολύ-πολύ φτωχό.

Αποσπάσματα από το βιβλίο “Πνευματικές Διαδρομές στους Μακαρισμούς” του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

ΟΙ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΙ

ΟΙ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΙ

ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

1. Mακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

2. Mακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται.

3. Mακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν.

4. Mακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται.

5. Mακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται.

6. Mακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται.

7. Mακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται.

8. Mακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

9. Mακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ.

ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΕΝΘΟΥΝΤΕΣ

Μακάριοι οι πενθούντες Ο δεύτερος μακαρισμός του Κυρίου λέει: «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται». Μακάριοι, δηλαδή, είναι εκείνοι που πενθούν, διότι θα παρηγορηθούν. Κρίνοντας με την ανθρώπινη λογική, βρίσκουμε μία αντίφαση στα λόγια του Κυρίου. Πώς είναι δυνατόν να είναι ευτυχισμένοι εκείνοι οι οποίοι πενθούν; Εμείς συνήθως ονομάζουμε ευτυχισμένους εκείνους που χαίρονται τη ζωή τους και απολαμβάνουν τα αγαθά τους. Όμως ο Χριστός μακαρίζει εκείνους που λυπούνται και πενθούν! Ας δούμε αρχικά ποιό είναι το πένθος στο οποίο αναφέρεται ο μακαρισμός του Χριστού. Είναι το πένθος εκείνων που λυπούνται για τις αμαρτίες που διέπραξαν και μετανοούν γι' αυτές. Είναι το πένθος και η λύπη εκείνων που κατάλαβαν πόσο πίκραναν το Θεό με τη ζωή τους και τι είδους δόξα στερήθηκαν φεύγοντας μακριά από τον φιλάνθρωπο Πατέρα τους. Ο Χριστός μακαρίζει εκείνους τους ανθρώπους που γνώρισαν τις αμαρτίες τους και το πόσο πλήγωσαν την αγάπη του Θεού με αυτές, και πονούν και θλίβονται γι' αυτό. Ο Θεός δεν έχει ανάγκη από τα δάκρυα της μετανοίας μας, ούτε επιθυμεί να πενθεί και να θλίβεται ο άνθρωπος. Θέλει πάντοτε να εργαζόμαστε το αγαθό και να χαιρόμαστε. Όμως η αμαρτία την οποία κάνουμε, έχει ως συνέπεια την οδύνη και τη θλίψη. Αυτή η οδύνη που προκαλεί η αμαρτία διαλύεται με το πένθος μας για την αμαρτία. Ο ιερός Χρυσόστομος μιλώντας για τη μετάνοια, λέει: «Εξ αιτίας της αμαρτίας δόθηκε στον άνθρωπο η λύπη, και με τη λύπη εξαλείφεται η αμαρτία. Πόσο μεγαλόδωρος είναι ο Θεός! Αυτό που έδωσε στον άνθρωπο για τιμωρία, το μετέτρεψε σε σωτηρία. Η αμαρτία γέννησε την λύπη και η λύπη εξάλειψε την αμαρτία. Όπως ακριβώς το σκουλήκι γεννιέται από το ξύλο και στη συνέχεια τρώει το ξύλο, έτσι και η λύπη που γεννήθηκε από την αμαρτία, όταν προσφέρεται με τη μετάνοιά μας, στη συνέχεια τρώει την αμαρτία». Αναφέρεται για τον αββά Λογγίνο ότι όταν προσευχόταν και έψαλλε έφθανε σε μεγάλη κατάνυξη και δάκρυα. Τον ρώτησε, λοιπόν, ο μαθητής του: «Γέροντα, αυτός είναι ο κανόνας του Μονάχου, το να κλαίει πάντα όταν προσεύχεται;» Και του απάντησε ο Γέροντας: «Ναι τέκνο μου, αυτός είναι ο κανόνας που ο Θεός ζητά από εμάς. Διότι αρχικά ο Θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο για να πενθεί, αλλά για να ευφραίνεται και να δοξάζει το δημιουργό Του χωρίς να αμαρτάνει. Αφού όμως αμάρτησε ο άνθρωπος, χρειάζεται το πένθος. Όπου δεν υπάρχει αμαρτία, δεν χρειάζεται ο κλαυθμός και το πένθος. Άλλωστε βλέπουμε και στους πρωτοπλάστους, πως όσο καιρό ζούσαν μέσα στο Παράδεισο, χαίρονταν την παρουσία του Θεού και αγάλλονταν διαρκώς. Όταν όμως παράκουσαν την εντολή Του και αμάρτησαν έτρεξαν να κρυφτούν από το άγιο πρόσωπό Του». Κάποιοι ύμνοι της Εκκλησίας παρουσιάζουν τον Αδάμ μετά την πτώση, να κάθεται έξω από τον Παράδεισο και να θρηνεί τη γύμνωσή του λέγοντας: «Αλλοίμονο σε μένα που πείσθηκα στην άπατη του Διαβόλου και ξεγελάστηκα και απομακρύνθηκα από τη θεία δόξα! Έχασα την θεοΰφαντη στολή της θεϊκής δόξας και στερήθηκα από κάθε αγαθό». Αυτός ο θρήνος αρμόζει και στον καθένα μας, όταν αμαρτάνουμε και στερούμαστε τα θεία αγαθά. «Πένθησε για τήν αμαρτία, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, για να μη θρηνήσεις την τιμωρία». Το ίδιο μας προτρέπει και ο Μέγας Βασίλειος: «Να κλαις για την αμαρτία που διέπραξες, διότι αύτη είναι μία αρρώστια της ψυχής, είναι ο θάνατος της αθανάτου ψυχής. Γι' αυτό αρμόζει στην αμαρτία το πένθος και οι αδιάκοποι οδυρμοί». Ο Χριστός μακαρίζει εκείνους που πενθούν για τις αμαρτίες τους, επειδή μετά το πένθος έρχεται η παράκληση και η χαρά. Και ποιά είναι η παράκληση που ακολουθεί το πένθος; Είναι η παράκληση και η αγαλλίαση την οποία δοκιμάζει ο άνθρωπος που εργάζεται το θέλημα του Θεού. Με το πένθος της μετάνοιας ο άνθρωπος επανακτά τη χαρά της εν Χριστώ ζωής. Γι' αυτό και οι Άγιοι ονόμασαν το πένθος της μετανοίας, πένθος χαροποιόν. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέει ότι το βάπτισμα των δακρύων της μετανοίας, είναι ισάξιο με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος. Διότι το άγιο Βάπτισμα το δεχτήκαμε στην νηπιακή ηλικία και το μολύναμε με την αμαρτία. Ενώ με το βάπτισμα των δακρύων, καθαρίζουμε το πρώτο μας Βάπτισμα. Και εάν η φιλανθρωπία του Θεού δεν είχε χαρίσει στους ανθρώπους το δεύτερο βάπτισμα, το βάπτισμα των δακρύων της μετανοίας, λίγοι θα ήταν οι σωζόμενοι. Τα δάκρυα του πένθους για τις αμαρτίες μας, καθαρίζουν και λευκαίνουν τη ψυχή μας. Και στην συνέχεια τα δάκρυα την ποτίζουν και την κάνουν γη καρποφόρα και γόνιμη. Τότε ο άνθρωπος ομολογεί στο Κύριο: «Μετέτρεψες το πένθος μου σε χαρά και παράκληση». Σε χαρά που αποτελεί πρόγευση της ουράνιας χαράς και Βασιλείας.

«Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» (Ματθ. 5, 9)

Του μακαριστού Δημητρίου Παναγόπουλου

Ο εργαζόμενος την αρετήν της ειρήνης προς τον Θεόν, τον πλησίον του και τον εαυτόν του ονομάζεται ειρηνοποιός και μακαρίζεται από τον Θεόν. Πρώτος Ει­ρηνοποιός είναι ο Ιησούς Χριστός ο Υιός και Λόγος του Θεού, διά του οποίου επέρχεται συνδιαλλαγή και συμφιλίωσις μεταξύ ανθρώπων και Θεού. Το πρώτον και κύριον έργον του Χριστού επί της γης ήτο να επιφέρη ειρήνην μεταξύ ανθρώπων και Θεού οι οποίοι ως εκ της αμαρτίας διέκειντο εχθρικώς προς τον Θεόν. Έφερε δε αυτήν διά της θυσίας επί του Σταυρού.

Και εάν πρώτος Ειρηνοποιός υπήρξεν ο Ιησούς Χριστός, το αντίθετον πρώτος σκανδαλοποιός υπήρξεν ο Διάβολος, διότι απέναντι μεν του Θεού είναι αποστά­της, απέναντι δε των Αγγέλων και των ανθρώπων είναι σκανδαλοποιός, διότι απέσπασε και διεχώρισε εκ της υ­ποταγής του Θεού το αγγελικόν τάγμα, διά δε του ψεύ­δους απάτησε τους πρωτοπλάστους και εχώρισεν αυτούς από του Θεού, αλλά και εξακολουθεί να υπάρχη τοιούτος φέρων σύγκρουσιν και διαμάχην μεταξύ των ανθρώ­πων, γνωρίζει δε ότι εάν ο άνθρωπος έχει μετά του Θεού φιλίαν είναι μακάριος και προσπαθεί, διά του ψεύδους και άλλων πονηρών μέσων, να αποπλάνηση αυτόν κρημνίζων εις την αμαρτίαν διά να παροργίση τον Θεόν ε­ναντίον αυτού. Ο θείος Χρυσόστομος λέγει: «Όπου έρις και φιλονικεία εκεί ακαταστασία και παν φαύλον, εκεί ο Διάβολος».

Πλησίον εις το κελλίον ενός γέροντος και του υποτακτικού του λέγεται ότι κάποιος νέος θέλησε να μονάση εκεί. Οι ευρισκόμενοι γύρω μοναχοί προθυμοποιήθησαν να τον φροντίσουν στις ανάγκες του με τρόφιμα κτλ. Ο γέρων βλέπων την περιποίησιν ζηλότυπος εγένετο αγανακτών ότι εις αυτόν ουδέποτε τοιούτον ενδιαφέρον έδειξεν κανείς και αποστείλας τον υποτακτικόν του, του παρήγγειλε να εγκατάλειψη το κελλίον διότι του εχρειάζετο (ήτο ιδιοκτησία του γέροντος), αλλά ο υποτα­κτικός του ελυπήθη τοιούτον σκληρόν λόγον να είπη εις αυτόν και την εκεί παρουσίαν του εδικαιολόγησεν ότι ο γέροντάς του τον έστειλε να μάθη διά την υγείαν του (καθ' ο τον καιρόν εκείνον υπήρχεν άρρωστος). Όταν επέστρεψεν αυτός, εις ερώτησιν του γέροντός του, απήντησεν ότι διεβίβασε την παραγγελίαν του. Ο γέρων ό­ταν εις ολίγας ημέρας επληροφορήθη ότι ο νέος εκείνος υπήρχεν ακόμη εκεί και πάλιν απέστειλε τον υποτακτι­κόν του με την εντολήν, με αυστηρώτερον ύφος να του υπενθύμιση ότι έπρεπε ήδη να είχεν εγκατάλειψη το κελλίον. Και πάλιν ο υποτακτικός δεν ηθέλησε να λύπη­ση αυτόν δείξας εις αυτόν αντί σκληρότητος ενδιαφέρον και αγάπην ερωτών εκ μέρους του γέροντός του διά την υγείαν του. Ο οποίος απήντησεν ότι δι' ευχών του βαί­νει εις ανάρρωσιν. Όταν και πάλιν ο γέρων εις την λειτουργίαν της Κυριακής επληροφορήθη ότι αυτός ακόμη υπάρχει εκεί, αυτήν την φοράν ηθέλησεν ο ίδιος να υπάγη προς αυτόν ώστε ευθύς να τον εξαναγκάση να εγκα­ταλείψη τον τόπον εκείνον. Ο υποτακτικός του γέρο­ντος πληροφορηθείς την απόφασίν του προέτρεξεν αυτού και φθάσας εκεί πρώτος λέγει εις τον νέον. Ο γέρο­ντας μου δεν σε είδεν σήμερον εις την ακολουθίαν και έρχεται ο ίδιος ανησυχήσας να πληροφορηθή διά την υγείαν σου. Αυτός τότε συγκινηθείς ηγέρθη της κλίνης του να προϋπάντηση τον αγαθόν γέροντα και πίπτων εις τας πόδας του είπε, ανάξιος είμαι να έλθης γέροντα προς εμέ, εγώ έπρεπε να έλθω προς σε να σε ευχαριστήσω δι' όσα δι' εμέ έδειξες αγαθά. Ο γέρων απόρησε διά την συμπεριφοράν του και καθησυχάσας αυτόν επέστρεψεν εις το κελλίον του. Εκεί καλέσας τον υποτακτικόν του τον ερώτησε απορώντας, πώς εις τόσον ολίγον χρόνον έφθα­σε αυτός εις τόσην τελειότητα και θελήσας να βεβαιωθή ερώτησεν εάν επακριβώς είχεν μεταβιβάσει ότι αυτός του είπε: Αυτός δε φοβούμενος και έχων τον προσήκο­ντα σεβασμόν εξομολογήθη την αλήθειαν εις αυτόν, δακρύσας δε τότε ο γέρων του είπε: «Παιδί μου απ' αυτήν την στιγμήν συ είσαι ο γέροντάς μου και εγώ ο υποτακτι­κός σου».

Ο Ιησούς Χριστός «Της Ειρήνης ει Θεός (λέγει ο θείος Χρυσόστομος) εάν δε οι μαθηταί αυτού μάχωνται ουκ έρουσιν ειρηνικού Θεού είναι μαθηταί» και πάλιν, «ώσπερ γαρ η ερις διαλυτικόν, ούτως η συμφωνία συγκροτητικόν». Ας αγαπήσωμεν την αρετήν της ειρήνης αγωνιζόμενοι πρώτον εναντίον του εαυτού μας ώστε ειρηνεύοντες με τον εσωτερικόν μας κόσμον δυνηθώμεν να διατηρήσωμεν και ειρήνην μετά του πλησίον και διά της καθαράς συνειδήσεως εξασφαλίσωμεν την ειρήνην μετά του Θεού, διά της μετανοίας και εξομολογήσεως, διά της αγάπης, συγχωρητικότητος και ανοχής μετά του πλησίον. Μεγάλη αρετή η ειρήνευσις χαρά δε στους επιδιώκοντας αυτήν.

Από ημάς εξαρτάται η ειρήνη, από ημάς δε και η εχθρότης. «Εάν φυσήσης σπινθήρα (λέγει ο σοφός Σειράχ) εκκαήσεται, και εάν πτύσης επ' αυτόν, σβεσθήσεται, αμφότερα εκ του στόματος σου εκπορεύεται» (κη' 12). Και πόσες φορές αντί να ανοίξωμεν το στόμα μας και να είπωμεν λόγια αγαθά ειρηνευτικά, ανοίγωμεν αυτό και εκστομούμεν λόγια πυρφόρα και εμπρηστικά; Μέγας λόγος θα δοθή εις τους εμπρηστάς της αγάπης και της ειρήνης, ως και μεγάλη ευλογία εις τους ειρηνοποιούς.